δημαράτῳ

δημαράτῳ
δημαρά̱τῳ , δημάρατος
prayed for by the people
masc/fem/neut dat sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Δημαράτῳ — Δημ/αρατος masc dat sg Δημάρατος prayed for by the people masc dat sg Δημαράτος masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατόμνυμι — (ΑΜ) διαβεβαιώ ενόρκως («κατόμοσόν νυν ταῡτά μοι», Αριστοφ.) αρχ. 1. επικαλούμαι κάποιον ως μάρτυρα («τὴν ἐμὴν ψυχὴν κατώμοσα», Ευρ.) 2. (ενεργ. και μέσ.) ορκίζομαι, εκφέρω όρκο 3. μέσ. κατόμνυμαι κατηγορώ κάποιον ενόρκως («ὁ Λευτυχίδης… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”